Εσταυρωμένε Χριστέ μας,
το τσουχτερό κρύο που ένιωθες πάνω στο Σταυρό
δεν ήταν από τον αγέρα,
αυτό Εσύ, ήξερες να το αντέχεις.
Ήταν από τις παγωμένες μας καρδιές.
Δεν ήταν τα ραπίσματα, ούτε οι μαστιγώσεις
που πονούσαν το λυγισμένο Σου κορμί.
Αλλά το μίσος το ανθρώπινο σου έσκιζε την καρδιά.
Το μίσος που μετέτρεψε τα βάγια σε καρφιά.
Το δάκρυ που κύλησε από τα πάναγνα μάγουλά Σου,
δεν ήταν από τις κακουχίες του σώματός Σου.
Ήταν από τη θέρμη της παράκλησή Σου να συγχωρεθούμε.
Γιατί, Εσύ, όση δύναμη είχες, την είχες κάνει βέλος
προς τον Ουρανό, σ' εκείνο το ''άφες αυτοίς...''
Νερό μας ζήτησες, όχι επειδή διψούσες τόσο.
Αλλά για να μας δώσεις μιαν ευκαιρία, δρισίζοντάς Σε,
να συνέλθουμε, να έρθουμε σε συναίσθηση και να Σε
νιώσουμε -έστω- σαν έναν άνθρωπο που διψά.
Ούτε αυτό το καταφέραμε!
Να Σε δούμε σαν έναν ασήμαντο συνάνθρωπό μας!
Σοφία Κουβανίδου
το τσουχτερό κρύο που ένιωθες πάνω στο Σταυρό
δεν ήταν από τον αγέρα,
αυτό Εσύ, ήξερες να το αντέχεις.
Ήταν από τις παγωμένες μας καρδιές.
Δεν ήταν τα ραπίσματα, ούτε οι μαστιγώσεις
που πονούσαν το λυγισμένο Σου κορμί.
Αλλά το μίσος το ανθρώπινο σου έσκιζε την καρδιά.
Το μίσος που μετέτρεψε τα βάγια σε καρφιά.
Το δάκρυ που κύλησε από τα πάναγνα μάγουλά Σου,
δεν ήταν από τις κακουχίες του σώματός Σου.
Ήταν από τη θέρμη της παράκλησή Σου να συγχωρεθούμε.
Γιατί, Εσύ, όση δύναμη είχες, την είχες κάνει βέλος
προς τον Ουρανό, σ' εκείνο το ''άφες αυτοίς...''
Νερό μας ζήτησες, όχι επειδή διψούσες τόσο.
Αλλά για να μας δώσεις μιαν ευκαιρία, δρισίζοντάς Σε,
να συνέλθουμε, να έρθουμε σε συναίσθηση και να Σε
νιώσουμε -έστω- σαν έναν άνθρωπο που διψά.
Ούτε αυτό το καταφέραμε!
Να Σε δούμε σαν έναν ασήμαντο συνάνθρωπό μας!
Σοφία Κουβανίδου